Η ΒΙΑΜΑΞ αποτέλεσε την ραχοκοκαλιά της ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας, όντας μια πρότυπη για την μεταπολεμική Ελλάδα εταιρεία συναρμολόγησης στην κατασκευή λεωφορείων και φορτηγών.
Η ΒΙΑΜΑΞ ιδρύθηκε το 1955 από τον Μιχαήλ Κ. Φωστηρόπουλο. Χάρη στο δαιμόνιο επιχειρηματικό μυαλό του Μιχαήλ Φωστηρόπουλου, σύντομα εξελίχθηκε σε ηγέτιδα δύναμη της βιομηχανίας της ελληνικής αμαξοποιΐας έως το 1984.
Τα προϊόντα της κατέκτησαν τους Ελληνικούς – και όχι μόνο – δρόμους. Η εταιρεία με δύο υποκαταστήματα στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, με χιλιάδες προσωπικό, τεχνίτες ( που κατέστη μια μελλοντική σχολή για πολλούς μηχανικούς, ηλεκτρολόγους κ.α. εξειδικευμένους στην αλυσίδα της αυτοκινητοβιομηχανίας) κατασκεύαζε λεωφορεία, φορτηγά ψυγεία και τουριστικά πούλμαν, όπως τα R495, F580 και Ο303 με diesel κινητήρες Μercedes-Benz.
Όπως ανέφερε και στο παρελθόν η φίρμα, η εξέλιξη και επιτυχία της Βιαμάξ, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τυχαία, αντιθέτως, οφείλονταν στο ότι είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη της αγοράς λόγω της εξελιγμένης σχεδίασης, αξιοπιστίας και ποιότητας που είχαν τα οχήματα με την υπογραφή της.
Δεν ήταν απλώς, μια εταιρεία που συναρμολογούσε ή κατασκεύαζε επαγγελματικά οχήματα. Εθεσε νέα πρότυπα στην ελληνική αγορά σχετικά με την τεχνική εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού, την επένδυση σε έρευνα και ανάπτυξη και τις αυστηρές διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου.
Επίσης, μεγάλο μερίδιο των προίόντων της μονάδας παραγωγής λεωφορείων στην Αθήνα, και της μονάδας παραγωγής φορτηγών ψυγείων στη Θεσσαλονίκη προοριζόνταν για εξαγωγές σε χώρες της Αφρικής, Εγγύς και Μέσης Ανατολής.
Με την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαική Οικονομική Κοινότητα η παραγωγή διακόπηκε καθώς δεν υπήρχε πλέον λόγος λειτουργίας ανεξάρτητων παραγωγικών μονάδων εντός της Κοινής Αγοράς.