Τι αναφέρει η ΟΦΑΕ στην επιστολή – διαμαρτυρία της για το ρεπορτάζ που “βλέπει” τις μεταφορές να είναι το πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα , τι προτείνει , η αναφορά για το Εθνικό Παρατηρητήριο Τιμών.
Με μεγάλη μας έκπληξη διαβάσαμε άρθρο σας το οποίο δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική ειδησεογραφική πλατφόρμα της έγκριτης εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», στις 06.04.2020, με τίτλο «Οι μεταφορές, το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον κλάδο των τροφίμων», ο οποίος βασίζεται και σε σχετική αναφορά σας στο κείμενο «…Τo πρόβλημα, πάντως, που αντιμετωπίζουν όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου των τροφίμων εστιάζεται στις μεταφορές…»!
Έχοντας διαβάσει πολύ προσεκτικά το συγκεκριμένο άρθρο, και με την γνώση και εμπειρία που κατέχουμε γύρω από την λειτουργία της Εφοδιαστικής Αλυσίδας -ως εκπρόσωποι της Ομοσπονδίας Φορτηγών Αυτοκινητιστών Ελλάδας, η οποία εκπροσωπεί περισσότερα από 6.500 Φορτηγά Δ.Χ. στην Ελλάδα – αλλά παράλληλα έχοντας και απόλυτη επίγνωση της έκτακτης κατάστασης και των πρωτόγνωρων συνθηκών που αντιμετωπίζει σήμερα η εγχώρια αγορά, λόγω της υγειονομικής κρίσης του COVID-19, θα μας επιτρέψετε να σας ενημερώσουμε και για τα επιχειρήματα «της άλλης πλευράς» που τυπικά θα έπρεπε να είχαν αναζητηθεί για να «τυπωθούν» μαζί με την «αποκάλυψη» του άρθρου σας.
Τα φορτηγά έχουν διαμορφώσει κόμιστρα με ιδιαίτερα μικρά περιθώρια κέρδους
Αναρωτιέται κανείς λοιπόν εξαρχής πώς είναι δυνατόν εν μέσω αυτής πρωτοφανούς κρίσης, όπου η τροφοδοσία της αγοράς με είδη πρώτης ανάγκης, όπως είναι τα τρόφιμα, αποτελεί απαραίτητη συνιστώσα της εύρυθμης λειτουργίας της κοινωνίας, και η οποία μέχρι στιγμής με τα δεδομένα που έχουμε ως σήμερα, λειτουργεί απρόσκοπτα χωρίς να έχει δημιουργηθεί καμία έλλειψη αγαθών πρώτης ανάγκης στην αγορά τροφίμων, παρά την αυξημένη καταναλωτική κίνηση σε αυτά τα είδη, να αμφισβητείται τόσο απροκάλυπτα;
Πολλώ δε μάλλον, όταν οι συνθήκες λειτουργίας της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι ιδιαίτερα αντίξοες, και καταβάλλεται υπεράνθρωπη προσπάθεια για την ομαλή και απρόσκοπτη τροφοδοσία της αγοράς από όλους τους εμπλεκόμενους κλάδους.
Θα ήταν ουτοπικό να ισχυριστεί κανείς πως τα νέα δεδομένα της αγοράς που έχουν δημιουργηθεί μετά την επιβολή των περιοριστικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας, έχουν αφήσει ανεπηρέαστη την λειτουργία της Εφοδιαστικής και φυσικά όλοι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες καταστάσεις, όπως είναι το φαινόμενο -και το κόστος- των «κενών» δρομολογίων επιστροφής στο οποίο αναφέρεστε στο άρθρο σας.
Με άλλα λόγια τα φορτηγά οχήματα καλούνται σήμερα να εκτελέσουν ένα δρομολόγιο με κόμιστρα που είχαν διαμορφωθεί με ιδιαίτερα μικρά περιθώρια κέρδους, ακριβώς επειδή λάμβαναν υπόψην τα φορτία που καλύπτουν το κόστος επιστροφής. Σημειώστε ότι το λειτουργικό κόστος (καύσιμα, διόδια, κόστος συντήρησης, κόστος μισθοδοσίας οδηγού κλπ) παραμένει στα ίδια επίπεδα της εποχής πριν την σαρωτική εμφάνιση του COVID-19, με την διαφορά ότι πρέπει πλέον να καλυφθεί από μία διαδρομή, καθώς δεν υπάρχουν φορτία για να καλύψουν το κόστος του δρομολογίου επιστροφής του οχήματος και του οδηγού στην έδρα του!
Αντιλαμβάνεται κανείς πως καλούνται σήμερα οι μεταφορείς, σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνετε εσείς στο άρθρο σας, να μεταφέρουν εμπορεύματα αφήνοντας πίσω οποιοδήποτε υπολογισμό κόστους μεταφοράς, ακόμα και εάν αυτό σημαίνει την εκτέλεση δρομολογίων με μεγάλη οικονομική ζημιά. Ειλικρινά, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πώς θα επιχειρούσε ένας σοβαρός επαγγελματίας, σε οποιονδήποτε κλάδο, μια τέτοια εμπορική συμφωνία και πώς θα μπορούσαν τέτοιου είδους επαγγελματικές συμφωνίες να είναι βιώσιμες και αποτελεσματικές.
Ποιος θα ήταν ο ρόλος του παρατηρητηρίου τιμών
Εάν είχε δημιουργηθεί το εθνικό παρατηρητήριο τιμών στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές -πρόταση που έχουμε υποβάλλει αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, θα είχαμε και θα είχατε, συγκρίσιμα στοιχεία κόστους και θα βλέπατε ξεκάθαρα ότι τα πραγματικά κοστολόγια είναι σημαντικά υψηλότερα από όσα έχει επιβάλλει ο χωρίς όρια ανταγωνισμός μεταξύ των μεμονωμένων μεταφορέων, οδηγώντας σε καθοδικό σπιράλ ολόκληρο τον κλάδο. Είναι χαρακτηριστικό, ότι μεγάλες αποθήκες που εκμεταλλεύονται τα χαμηλότερα ενοίκια των βιομηχανικών χώρων εκτός των αστικών κέντρων, αντέδρασαν έντονα τα τελευταία χρόνια στην «απαίτηση» των μεταφορέων να προσθέσουν το κόστος των διοδίων στα κοστολόγια, όταν επιβλήθηκε η απαγόρευση χρήσης των παράδρομων ή κάθε φορά που αυξάνονται -και το θέμα δεν έχει επιλυθεί μέχρι σήμερα.
Οι μεταφορείς τηρώντας τις υπάρχουσες συμφωνίες που είχαν συνάψει με τις βιομηχανίες τροφίμων με τα παλιά δεδομένα της αγοράς, συνεχίζουν και εκτελούν δρομολόγια για τους πελάτες τους λαμβάνοντας το συμφωνηθέν κόμιστρο ακόμα κι εάν αυτό σήμερα δεν καλύπτει πλήρως το κόστος τους, με απόλυτο σεβασμό τόσο στους ίδιους τους πελάτες τους, λόγω της ανάγκης που έχει παρουσιαστεί. Αυτό όμως που πραγματικά συμβαίνει, είναι πως οι βιομηχανίες τροφίμων λόγω της αυξημένης ζήτησης των προϊόντων τους, χρειάζονται περισσότερα δρομολόγια και για τον λόγο αυτό, είτε ζητούν από τις μεταφορικές εταιρείες με τις οποίες συνεργάζονται να αυξήσουν τον αριθμό των συμφωνηθέντων δρομολογίων, ή αναζητούν νέους συνεργάτες για την κάλυψη των αναγκών τους.
Είναι φυσικό κι επόμενο λοιπόν, ένας επαγγελματίας που καλείται να υποβάλλει οικονομική προσφορά για την σύναψη μιας νέας συνεργασίας, ή την επέκταση μιας ήδη υπάρχουσας, να την υποβάλλει σύμφωνα με τις συνθήκες και τους όρους που επικρατούν στην αγορά στην δεδομένη χρονική στιγμή, έχοντας ως βασικό γνώμονα τη βιωσιμότητα!
Εν κατακλείδι, το βασικό «πρόβλημα» του κλάδου των τροφίμων σήμερα δεν είναι οι μεταφορές, αλλά οι νέες συνθήκες που επικρατούν σε μια αγορά όπου λειτουργεί κατά το 10%, με το υπόλοιπο 90% να βρίσκεται σε αναστολή εργασιών! Το «βάρος» αυτής της κατάστασης καλούνται να σηκώσουν όσοι έχουν απομείνει ενεργοί και θα πρέπει να επιμεριστεί ισομερώς μεταξύ συνεργατών, εφόσον θέλουμε να μιλάμε για ομαλή τροφοδοσία της αγοράς.
Σε αυτό το σημείο, θα θέλαμε να θέσουμε υπόψη σας πως η ΟΦΑΕ είναι στην διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου, ο οποίος θέλει να καταγγείλει τυχόν περιπτώσεις αισχροκέρδειας από πλευράς συγκεκριμένων μεταφορικών επιχειρήσεων, προκειμένου να λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα ως επαγγελματικός φορέας για την καταγγελία τέτοιων απαράδεκτων φαινομένων στην αγορά, εφόσον αυτά πράγματι προκύπτουν. Η Ομοσπονδία μας θα εξετάσει κάθε καταγγελία που θα περιέχει εμπεριστατωμένα και επώνυμα στοιχεία. Δεν μπορούμε όμως να αποδεχτούμε, γενικολογίες και αόριστες καταγγελίες χωρίς στοιχεία, να καταλογίζουν ευθύνες στον κλάδο των μεταφορών με σκοπό την συγκάλυψη υπαίτιων για φαινόμενα αισχροκέρδειας στην αγορά! Σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για την οικονομία αλλά κυρίως για το κοινωνικό σύνολο, η έννοια της αλληλεγγύης και της συνεργατικότητας είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Οι ελάχιστοι επαγγελματίες που παραμένουν ενεργοί αυτή την περίοδο, σε όλους του τομείς, – υγειονομικό προσωπικό, εργαζόμενοι σε αλυσίδες λιανικής τροφίμων, στην βιομηχανία τροφίμων, εργαζόμενοι στα Logistics, στις εμπορευματικές μεταφορές κ.ο.κ. – δίνουν τον δικό τους αγώνα για την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου και αξίζει σε όλους τουλάχιστον η αναγνώριση των προσπαθειών τους και δεν υπάρχει κανένας λόγος για την δημιουργία κακών εντυπώσεων και επίρριψης ευθυνών, μονομερώς.
Αναγνωρίζοντας το κύρος της εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» είμαστε βέβαιοι πως το μήνυμά μας είναι κατανοητό και σαφές και επιθυμούμε να δημοσιευτεί η παρούσα επιστολή, ή ένα ανάλογο άρθρο για την αποκατάσταση της εικόνας του έργου που προσφέρουν σήμερα οι μεταφορείς για την διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της Εφοδιαστικής.
Οι οδικές εμπορευματικές μεταφορές δεν αποτελούν «πρόβλημα» για τον κλάδο των τροφίμων, αλλά την «ραχοκοκκαλιά» της Εφοδιαστικής Αλυσίδας στην ομαλή λειτουργία της οποίας, στηρίζεται σήμερα ο κλάδος τους, αλλά και κάθε αγαθού πρώτης ανάγκης, προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες των καταναλωτών.