Η ανάπτυξη εμπορευματικών κέντρων στην Ελλάδα και κυρίως στην Δυτική Αττική, με επίκεντρο το Θριάσιο θα αποτελέσουν το μεγάλο στοίχημα μεγάλων κολοσσών, όμως, προς το παρόν , οι ελληνικές μεταφορικές επιχειρήσεις , οι μεμονωμένοι, μικροί αυτοκινητιστές με ένα , δύο φορτηγά αγκομαχούν, με τις διεθνείς μεταφορές να έχουν ένα μεγάλο εχθρό: To έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο poy είναι το μεγάλο «αγκάθι» της ελληνικής οικονομίας. Μόνο την τελευταία τριετία, οι εξαγωγές αποτελούν το 60% των εισαγωγών, ενώ, το 2020, είχαμε μια αισθητή υποχώρηση του εμπορικού ελλείμματος.
Κοινώς, εισάγουμε πολύ περισσότερα, απ΄ότι εξάγουμε, όντας ένα πολιτικό πρόβλημα, που διαιωνίζεται, από κυβέρνηση σε κυβέρνηση.
Η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει ακόμη περισσότερα στα δικά της, αξιόλογα και εξαιρετικά τοπικά προϊόντα, που θα μπορούν να γίνουν χωρίς ιδιαίτερο κόπο διεθνώς εμπορεύσιμα ( δόξα το Θεό έχουμε τα μέσα, τις μεγάλες οργανωμένες μεταφορικές διεθνών δρομολογίων), οπότε, αυτό που απουσιάζει είναι η πολιτική βούληση, που θα καταστρώσει ένα σωστό σχέδιο δράσεων. Πως μπορεί να γίνει; Με μια μεγάλη έρευνα, πόρτα – πόρτα που θα κάνει μια νέα ακτινογραφία των ελληνικών προϊόντων, καταγράφοντας σημαντικές παραμέτρους, όπως το κόστος παραγωγής, έως και το κόστος μεταφοράς . Και όλα αυτά με σύμμαχο τις υψηλού επιπέδου μεταφορικές επιχειρήσεις, που έχουν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν σε ένα πιθανό, νέο σενάριο εξαγωγών.
Τα προϊόντα των ελληνικών διυλιστηρίων αποτελούν το κυριότερο εξαγόμενο προϊόν της χώρας. Ακολουθούν τα φάρμακα, τα προϊόντα αλουμινίου, το παρθένο ελαιόλαδο, το βαμβάκι, τα μη κατεψυγμένα λαχανικά, οι σωλήνες, τα τυριά, νωπά φρούτα, τσιγάρα κ.α.
Η χώρα μας εξάγει σε Ιταλία, Γερμανία, Βουλγαρία, Γαλλία, Ισπανία, Ρουμανία, Πολωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.α.
Σαφώς, και υπάρχουν προϊόντα που η χώρα μας μπορεί να εξάγει με ανταγωνιστικούς όρους, αξιοζήλευτης ποιότητας, όμως, αυτό προϋποθέτει ένα πακέτο επενδύσεων, που από μόνες τους δεν μπορούν να έρθουν.