Η διέλευση από το έδαφος του Ιταλικού Κράτους αποτελεί καθημερινότητα για τις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές από και προς τα κράτη μέλη της ΕΕ. Στο πλαίσιο δε της διέλευσή τους ή και της παραμονής τους στο Ιταλικό Έδαφος, οι αυτοαπασχολούμενοι επαγγελματίες πλειστάκις έχουν πέσει θύματα κλοπών όχι μόνον των προσωπικών τους αντικειμένων αλλά και του φορτίου που μεταφέρουν ακόμη και των Φορτηγών Δημοσίας Χρήσεων που οδηγούν (τρακτόρων και ρυμουλκούμενων/ ημι – ρυμουλκούμενων οχημάτων)
Σύμφωνα με την ΟΦΑE: Η Ιταλία, όπως γνωρίζετε, αποτελεί μία από τις πιο επικίνδυνες χώρες όσον αφορά την κλοπή φορτηγών οχημάτων, η πλειονότητα των οποίων λαμβάνει χώρα ενώπιον των Ελλήνων αυτοκινητιστών είτε κατά τη στιγμή της φόρτωσης ή εκφόρτωσης του μεταφερόμενου φορτίου είτε κατά τη στιγμή που ο οδηγός αναγκάζεται να εξέλθει του φορτηγού οχήματος, προκειμένου να διεκπεραιώσει κάποιες απαραίτητες διατυπώσεις. Αποτέλεσμα δε των περιστατικών αυτών είναι οι Έλληνες Οδηγοί όχι μόνον να υφίστανται τη ζημία της απώλειας της περιουσίας τους αλλά και να αναγκάζονται να παραμένουν για αρκετές ημέρες στο Ιταλικό Έδαφος χωρίς καθόλου χρήματα, έγγραφα αλλά και ρουχισμό πολλές φορές, χωρίς να μπορούν να συνεννοηθούν με τις Αστυνομικές Αρχές στη γείτονα χώρα και κυρίως χωρίς να λαμβάνουν την απαραίτητη βοήθεια από τις αρμόδιες Ελληνικές Αρχές (Πρεσβεία και Προξενεία), στις οποίες προσφεύγουν. “ \
Αφορμή για την παρούσα επιστολή απετέλεσε ένα περιστατικό κλοπής Φορτηγού Οχήματος Δημοσίας Χρήσεως (τράκτορα και ρυμουλκούμενου) που έλαβε χώρα την 6η Οκτωβρίου 2017 και ώρα 21.00 μμ στο Μιλάνο της Ιταλίας, ιδιοκτησίας του αυτοκινητιστή κ. Ευτύχιου Σαββίδη, το οποίο όμως είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες Αυτοκινητιστές στην Ιταλία. . Ειδικότερα μετά το συμβάν της κλοπής του οχήματος, ο ιδιοκτήτης του – έχοντας χάσει όλα τα έγγραφά του, τα κινητά του τηλέφωνά και χωρίς να μιλά την ιταλική γλώσσα, προκειμένου να ενημερώσει τις αστυνομικές αρχές της Ιταλίας για την κλοπή – προσπαθούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της Παρασκευής και του Σαββατοκύριακου να επικοινωνήσει με την Ελληνική Πρεσβεία στη Ρώμη για να ζητήσει βοήθεια.
Αντίστοιχες δε προσπάθειες κατέβαλε και ο πρόεδρος του Δ.Σ της Ομοσπονδίας μας κ. Απόστολος Κενανίδης, χωρίς όμως σε αμφότερες των περιπτώσεων να υπάρξει κανένα αποτέλεσμα. Κι αυτό διότι ουδείς απαντούσε στο τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης που αναφέρονταν στο ηχογραφημένο μήνυμα του τηλεφωνητή της Ελληνικής Πρεσβείας στη Ρώμη. “ Εν τέλει μετά από κινητοποίηση διαφόρων συναδέλφων, το Σάββατο 7.10.2017 βρέθηκε άτομο που διαμένει στο Μιλάνο και γνώριζε την ιταλική γλώσσα, το οποίο συνόδευσε και βοήθησε τον ιδιοκτήτη του οχήματος να προβεί στην καταγγελία της κλοπής στο Αστυνομικό Τμήμα Businasco του Μιλάνο. Ακόμη όμως και μετά το πέρας του Σαββατοκύριακου οι αρμόδιες Ελληνικές αρχές παρέμειναν απούσες. Πιο συγκεκριμένα, τη Δευτέρα 9.10.2017, ότε και η γραμματεία της ΟΦΑΕ επικοινώνησε με το Γραφείο ΟΕΥ στο Μιλάνο προκειμένου να ενημερώσει για το συμβάν της κλοπής, μας παρέπεμψαν στην Ελληνική Πρεσβεία στη Ρώμη, από την οποία συνακολούθως μας παρέπεμψαν στο άμισθο Γενικό Προξενείο του Μιλάνο, που λειτουργούσε για πρώτη φορά την ίδια εκείνη μέρα (9.10.2017).
Από το Γενικό Προξενείο του Μιλάνο επικοινώνησαν μεν με τον ιδιοκτήτη του κλαπέντος φορτηγού, παρά ταύτα όμως τον πληροφόρησαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Βεβαίως στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο ιδιοκτήτης του κλαπέντος φορτηγού στην προσπάθεια του να επιστρέψει στην Ελλάδα είχε επιπροσθέτως να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι το προσωρινό έγγραφο που αντικαθιστά την κλαπείσα ταυτότητα εκδίδεται μόνον από την Ελληνική Πρεσβεία της Ρώμης, χωρίς να είναι δυνατή η έκδοση του σε κάποια άλλη Προξενική Αρχή της Ιταλίας.
Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, όπως συμβαίνει και στην πλειονότητα των περιπτώσεων κλοπής, ο ιδιοκτήτης του κλαπέντος φορτηγού (το ρυμουλκούμενο του οποίου μαζί με το φορτίο όπως μας πληροφόρησε ο ίδιος εν τέλει ανευρέθηκε και μέχρι και σήμερα αγνοείται μόνον ο τράκτορας) μη έχοντας τα χρήματα να μεταβεί από το Μιλάνο στη Ρώμη, επιβιβάστηκε σε φορτηγό όχημα άλλου συναδέλφου για την επιστροφή του στην Ελλάδα, υφιστάμενος όμως τον Έλεγχο των Ιταλικών Αστυνομικών Αρχών, αναγκάστηκε να επαφεθεί στην καλή θέληση των συγκεκριμένων Ιταλικών Αστυνομικών Οργάνων, που δέχθηκαν να επικοινωνήσουν με το Αστυνομικό Τμήμα Businasco του Μιλάνο, δεν τον συνέλαβαν και του επέτρεψαν να συνεχίσει το ταξίδι της επιστροφής του στην Ελλάδα.